Η Βαρβάρα
Τον φλεβάρη του πενήντα τρία
Μ' έπιασε για σένα μια λατρεία
Κι όταν σε γοήτευσα βαρβάρα
Αγόρασα με δόσεισ μια κιθάρα
Είχα θεσούλα στην πειραϊκή
Υπερωρίεσ κάθε κυριακή
Στο γάμο μασ φορούσεσ οργαντίνα
Νοικιάσαμε δωμάτιο με κουζίνα
Έπιπλο σένιο στο κρεβάτι κι η κιθάρα
Και το σουτιέν σου νούμερο μηδέν βαρβάρα
Και όλο ζήλευεσ θυμάσαι βαρβαράκι
Που ‘βγαινα στη ταράτσα με σλιπάκι
Φορούσεσ φούστα με καρό
Αυτά μια φορά κι ένα καιρό
Και το εξήντα ήσουνα ζηλιάρα
Τώρα ο έρωσ μασ εγίνηκε μαντάρα
Προχτέσ μου έριξεσ την πρώτη μου σφαλιάρα
Όταν σου είπα βρε κόψε την παπάρα
Βαρβάρα έχεισ γίνει σαν κιθάρα
Επήρεσ κάλτσεσ ειδικέσ για τουσ κιρσούσ
Τρωσ με λαγνεία ξηρούσ καρπούσ
Πήραμε ρετιρέ στην καλλιθέα
Και το σουτιέν σου νούμερο εννέα
Δεν σε χωράει πια το αυτοκινητάκι
Και η κιθάρα σάπισε στο παταράκι
Βαρβάρα