Προσφυγοπούλι
Προσφυγοπούλι είμαι εγώ
Που την μικράν ασία
Κι είδανε τα ματάκια μου
Μεγάλη απελπισία.
Είδανε τούρκουσ με σπαθιά
Και τούρκουσ με μαχαίρια
Να σφάζουνε τσι χριστιανούσ
Με τα έρημα ντωσ χέρια
Κι η ιστορία που θα πω αρχή έχει και τέλοσ
Ο έρωντασ κι ο θάνατοσ το ίδιο ρίχνουν βέλοσ
Κι ο νιοσ τη νια αγάπαγε μα οι τούρκοι τον λαβώσαν
Κι η νια μαχαίρι άρπαξε τα στήθη τζη ματώσαν
Μα στου θανάτου τση πληγέσ βοτάνια δε χωρούνε
Μηδέ γιατροί γιατρεύουνε μηδέ άγιοι βοηθούνε
Εκειά που θάφτηκε ο νιοσ φύτρωσε κυπαρίσσι
Εκειά που θάφτηκε η νια φύτρωσε ένα καλάμι
Κάθε λαμπρή κάθε εορτή και κάθε μπαϊράμι
Ήσκυφτε ο κυπάρισσοσ και φίλιε το καλάμι