To Kokkalo
Dimitris Mitsotakis, Panagiotis Katsimanis
Από παιδί ταξίδευα σε μέρη μακρινά
σε γειτονιές που μέθαγαν οι άντρες στα λιμάνια
και τα κορίτσια πούλαγαν τον έρωτα κρυφά
εκεί που δεν περίσσευαν λεφτά και περηφάνια.
Και ήπια από το βρώμικο νερό κι απ' το κρασί
και έφαγα απ' το σώμα τους και ξάπλωσα στη δύση
και είδα του παράδεισου το θλιβερό σκυλί
να γλείφει ένα κόκαλο πριν πάει να το κρύψει.
Και βρέθηκα σ' ερείπια, σε κάμαρες γυμνές
μ' εκείνες που μυρίζανε τσιγάρο και λεμόνι
και μ' άλλους που γεννήθηκαν για να 'χουν δυο στιγμές:
στη λάσπη πάνω να 'ρχονται, να φεύγουνε στο χιόνι.
Και ήπια από το βρώμικο νερό κι απ' το κρασί
και διάβασα, η μοίρα τους, το τι τους είχε γράψει
και είδα του παράδεισου το θλιβερό σκυλί
να γλείφει ένα κόκαλο πριν πάει να το θάψει.